Οικονομία

DBRS: Αναβάθμιση της Ελλάδας σε BB (low)

https://eladanews.gr/economy/dbrs-anavathmisi-tis-elladas-se-bb-low?6169 EladaNews.gr
DBRS: Αναβάθμιση της Ελλάδας σε BB (low)

Στην αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα, στο BB (low) από B (high), προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης DBRS και άλλαξε το trend από θετικό σε σταθερό.


Εξηγώντας τους λόγους για αυτή του την απόφαση, ο οίκος σημειώνει πως από την τελευταία του αξιολόγηση, η Ελλάδα και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν επιτυχώς ολοκληρώσει την πρώτη και τη δεύτερη αξιολόγηση Ενισχυμένης Εποπτείας. Σε ό,τι αφορά το ΑΕΠ, επισημαίνει ότι προβλέπεται να διαμορφωθεί στο 2,3% φέτος, από 1,9% το 2018. Ο οίκος αξιολόγησης αναμένει ότι ο δημοσιονομικός στόχος για το 2018 θα ξεπεραστεί. Επιπλέον, σημειώνει ότι η Ελλάδα έχει επιστρέψει στις αγορές. Όπως αναφέρει, η αναβάθμιση αντανακλά αυτές τις εξελίξεις.


Η απόφαση της DBRS να αλλάξει το trend από θετικό σε σταθερό αντανακλά την πιθανότητα η Ελλάδα να συνεχίσει στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών (NPEs). O οίκος αναμένει συνέχιση των θετικών αξιολογήσεων από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς στο πλαίσιο της διαδικασίας ενισχυμένης εποπτείας, που θα ενεργοποιήσει περαιτέρω θετικές παρεμβάσεις στο χρέος και θα συνεχίσει να ενισχύει την εμπιστοσύνη των αγορών.


Επιπλέον, ο οίκος σημειώνει ότι η Ελλάδα αναμένεται να εξοφλήσει πρόωρα ακριβά δάνεια που έχει λάβει από ΔΝΤ, ύψους €3,6 - 3,7 δισ. από το σύνολο των €9,5 δισ. Την ίδια ώρα, προσθέτει, ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ παραμένει σε πολύ υψηλό επίπεδο και η επίτευξη του κατάλληλου δημοσιονομικού μείγματος παράλληλα με τη δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων παραμένει μια πρόκληση μεσοπρόθεσμα. Επιπρόσθετα, τα NPEs βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε πολύ υψηλά επίπεδα, περιορίζοντας τη δυνατότητα των τραπεζών να στηρίξουν την πραγματική οικονομία.


Οι παράγοντες που συνετέλεσαν στην αναβάθμιση της Ελλάδας, σύμφωνα με το καναδικό οίκο αξιολόγησης, είναι: (1) η συνεχιζόμενη εφαρμογή δημοσιονομικών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για τη στήριξη της μελλοντικής οικονομικής ανάπτυξης, (2) η συμμόρφωση με το πρόγραμμα της μεταμνημονιακής εποπτείας (3) η σταθεροποίηση της πρόσβασης στην αγορά ομολόγων (4) η συνεχιζόμενη βελτίωση της οικονομικής υγείας των τραπεζών. Αντίθετα, παράγοντες μιας πιθανής μελλοντικής υποβάθμισης θα ήταν (1) μια αναστροφή ή ανατροπή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, (2) μια σημαντική δημοσιονομική διολίσθηση (3) μια ανανέωση παραγόντων αστάθειας του χρηματοπιστωτικού τομέα.


Η ελληνική οικονομία, αναφέρει η DBRS, συνεχίζει να ενισχύεται. Μετά την μεγέθυνση κατά 2,1% το 2017, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ κυμάνθηκε στο 1,9% το 2018, με οδηγό την σημαντική αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών και την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να φθάσει το 2,3% τόσο το 2019 όσο και το 2020, σύμφωνα με το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών, συμπληρώνει.


Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να παραμείνει σημαντικός παράγοντας ανάπτυξης το 2019, λόγω της μείωσης της ανεργίας και της αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος. Η ανάπτυξη των εξαγωγών θα συνεχίσει να στηρίζει την ανάπτυξη, αν και με βραδύτερο ρυθμό, καθώς οι ανταγωνιστικές τουριστικές αγορές συνεχίζουν να ανακάμπτουν. Υποστηριζόμενη από τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, η απασχόληση αυξάνεται και το ποσοστό της ανεργίας μειώνεται, φθάνοντας το 18,5% τον Ιανουάριο του 2019 από 20,9% τον Ιανουάριο του 2018. Ωστόσο, παραμένει το υψηλότερο στην ΕΕ, τονίζει ο οίκος, προσθέτοντας ότι η πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 10,9%, παρά τις θετικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει για την εγχώρια ζήτηση και την ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα, θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση μεσοπρόθεσμα.


Η DBRS θεωρεί ότι η συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και η διαφύλαξη των μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη υιοθετηθεί θα στηρίξουν την ικανότητα της Ελλάδας να παραμείνει σε μια βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία.


Ο λόγος δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας ανήλθε σε 181,1% το 2018. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι ο συγκεκριμένος δείκτης θα υποχωρήσει σημαντικά και με ταχύ ρυθμό, στο 143,2%, το 2024.


Για να επιτευχθεί αυτό, η Ελλάδα θα χρειαστεί ένα κατάλληλο μίγμα δημοσιονομικών πολιτικών που θα περιλαμβάνει πρωτογενή πλεονάσματα. Αντίβαρο στο υψηλό χρέος αποτελεί μεταξύ άλλων το γεγονός ότι θεσμοί της ΕΕ κατέχουν πάνω από το 70% του ελληνικού κρατικού χρέους, κάτι που συμβάλλει στην πολύ μακρά σταθμισμένη διάρκεια ωρίμανσής του, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του χρέους εξυπηρετείται με χαμηλά και σταθερά επιτόκια. Επιπλέον, στα τέλη του 2018 η Ελλάδα κατείχε "μαξιλάρι” ρευστότητας 26,8 δισ. ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε περίπου δύο χρόνια ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών, υπογραμμίζει ο οίκος.


Η Ελλάδα επέστρεψε στις κεφαλαιαγορές χρέους και το "μαξιλάρι” ρευστότητας τής παρέχει χρόνο για την αποκατάσταση της πλήρους εμπιστοσύνης των αγορών, με την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να εφαρμόζει πολιτικές στήριξης της ανάπτυξης και δημοσιονομικής εξυγίανσης. Μακροπρόθεσμα, η πρόκληση της διατήρησης του πρωτογενούς πλεονάσματος για πολλά χρόνια για την κάλυψη των πληρωμών εξυπηρέτησης του χρέους εγείρει ερωτήματα, δεδομένου του όγκου του τελευταίου. Μια αξιολόγηση σε επίπεδο Eurogroup για τη δυναμική του χρέους στο τέλος της περιόδου χάριτος του EFSF, το 2032, για να διαπιστωθεί εάν είναι αναγκαία μια περαιτέρω αναδιάρθρωση του χρέους, παρέχει στην Ελλάδα μια σχετική άνεση, εκτιμά η DBRS.


Η Ελλάδα συνεχίζει να υπεραποδίδει στους δημοσιονομικούς της στόχους


Ο οίκος επισημαίνει ότι από το 2010 η χώρα προχώρησε σε μια άνευ προηγουμένου δημοσιονομική προσαρμογή. Προσθέτει ότι το 2018 η Ελλάδα πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα 4,4% του ΑΕΠ, πολύ πάνω από τον στόχο του προγράμματος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%. Σημειώνει ότι ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα έως το 2022 έχει οριστεί στο 3,5%, βάσει τη συμφωνίας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Σύμφωνα με την DBRS, διάφορες μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια των των οικονομικών προγραμμάτων προσαρμογής βελτίωσαν τη δημοσιονομική διαχείριση της Ελλάδας, μέσω του εκσυγχρονισμού του φορολογικού συστήματος και την ενίσχυσης της φορολογικής συμμόρφωσης. Επισημαίνει πάντως ότι παρά την πρόοδο, οι προκλήσεις για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα της χώρας παραμένουν. Ειδικότερα, αναφέρει πως μια δικαστική απόφαση που εκκρεμεί αναφορικά με παλιότερες μεταρρυθμίσεις για μισθούς και συντάξεις θα μπορούσε να έχει αρνητικό δημοσιονομικό αντίκτυπο. Η DBRS θεωρεί ότι η προσήλωση στην ατζέντα των δομικών μεταρρυθμίσεων μετριάζει τους κινδύνους για τη δημοσιονομική προοπτική και προφυλάσσει την Ελλάδα από πιθανά δημοσιονομικά σοκ.


Τραπεζικό σύστημα και NPEs


Η υποκείμενη κερδοφορία των τραπεζών της Ελλάδας συνεχίζει να βελτιώνεται, με τη βοήθεια ενός πιο θετικού οικονομικού πλαισίου, συνεχίζει ο καναδικός οίκος. Ωστόσο, τα υψηλά επίπεδα απομειωμένων assets κυριαρχούν, με τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) στο 45,4% στο τέλος Δεκεμβρίου 2018, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζα της Ελλάδος. Ο νέος νόμος για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά (σ.σ. νέος "νόμος Κατσέλη”) θα βοηθήσει τις τράπεζες να μειώσουν τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (NPEs), δεδομένου ότι θέτει αυστηρότερα κριτήρια επιλεξιμότητας των αιτούντων για να αποκτήσουν προστασία από πιθανό αποκλεισμό.


Τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες υπέβαλαν νέους λειτουργικούς στόχους στον Ενιαίο Μηχανισμό Εποπτείας (SSM), με στόχο μια πιο φιλόδοξη πολιτική μείωσης των NPEs τους έως το τέλος του 2021, αναφέρει η DBRS.


Η καθαρή ροή πιστώσεων προς τον ιδιωτικό τομέα σταθεροποιήθηκε και η έρευνα για τις τραπεζικές χορηγήσεις (BLS) που διενήργησε η Τράπεζα της Ελλάδος υπογραμμίζει την αυξημένη ζήτηση για δάνεια εταιρειών και νοικοκυριών κατά το πρώτο τρίμηνο του 2019, συνεχίζει. Το σχέδιο για την μείωση των NPEs αναμένεται να οδηγήσει σε βελτίωση της ρευστότητας των τραπεζών και, ενδεχομένως, στην αύξηση της προσφοράς πιστώσεων στην πραγματική οικονομία.


Από την περίοδο της κρίσης, οι εξωτερικές ανισορροπίες έχουν μειωθεί ουσιωδώς


Σύμφωνα με την DBRS, η Ελλάδα έχει βελτιώσει την εξωτερική της θέση σημαντικά σε σχέση με την έναρξη της κρίσης, καθώς το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε κατά περισσότερο από 10 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Το 2018 το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών βρισκόταν στο 3,4% του ΑΕΠ από 2,4% το 2017. Η επιδείνωση οφείλεται εν μέρει στην εξασθένηση της ισορροπίας των αγαθών, που μόνο μερικώς αντισταθμίστηκε από τη βελτίωση του ισοζυγίου των υπηρεσιών. Οι εξαγωγές ελληνικών αγαθών έχουν αυξηθεί πάνω από 80% από το 2009 σε ονομαστικούς όρους. Το ισοζύγιο υπηρεσιών έχει επίσης βελτιωθεί σημαντικά. Αυτό αποδίδεται κυρίως στη βελτίωση στο ταξιδιωτικό ισοζύγιο, με τις διεθνείς αφίξεις να αυξάνονται κατά 11% το 2018, σε σχέση με έναν χρόνο νωρίτερα. Οι καθαρές εξωτερικές υποχρεώσεις της Ελλάδας παραμένουν υψηλές στο 138,3% του ΑΕΠ το 2018, αυξημένες από το 88,8% το 2011, αντανακλώντας κυρίως το εξωτερικό χρέος του δημόσιου τομέα. Αναμένεται να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, εξαιτίας του μακροπρόθεσμου ορίζοντα των δανείων του εξωτερικού επίσημου τομέα προς τον δημόσιο τομέα.


Το πολιτικό πλαίσιο


Η Ελλάδα διεξάγει βουλευτικές εκλογές κάθε τέσσερα χρόνια, με τις επόμενες εκλογές να διεξάγονται το αργότερο έως τον Οκτώβριο του 2019. Οι πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν προβάδισμα της κεντροδεξιάς Νέας Δημοκρατίας έως και με 10 ποσοστιαίες μονάδες, αναφέρει, σχολιάζοντας το πολιτικό πλαίσιο, ο οίκος.


Η επανεξισορρόπηση του δημοσιονομικού μίγματος για τη στήριξη των πολιτικών ενίσχυσης της ανάπτυξης αναμένεται να κυριαρχήσει στον πολιτικό διάλογο. Η DBRS πιστεύει ότι η αυξημένη πολιτική σταθερότητα που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια είναι πιθανό να διατηρηθεί και δεν αναμένουμε ανατροπές πολιτικής από μια πιθανή κυβέρνηση υπό τη Νέα Δημοκρατία.


Το ελληνικό κοινοβούλιο αποφάσισε πρόσφατα αναθεώρηση σειράς άρθρων του συντάγματος από την επόμενη Βουλή. Η πιο σημαντική αλλαγή είναι εκείνη που αποσυνδέει την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από την πρόωρη διάλυση του κοινοβουλίου. Αυτή η απόφαση θα μειώσει πιθανότατα την πιθανότητα πρόωρων εκλογών και θα αυξήσει τη σταθερότητα της επόμενης κυβέρνησης.


Την προηγούμενη εβδομάδα, ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poors διατήρησε την Ελλάδα στην ίδια πιστοληπτική βαθμίδα (Β+), διατηρώντας επίσης το θετικό outlook. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αγορά ανέμενε ευρέως μία αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας από την S&P κατά τουλάχιστον μία βαθμίδα (από το Β+ στο ΒΒ-), η οποία θα ισοφάριζε έτσι τo rating που δίνει η Fitch και που διαμορφώνεται τρία σκαλοπάτια κάτω από την "επενδυτική βαθμίδα".



Πηγή: capital.gr

Leave a comment