Ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κατά 2,2% φέτος και κατά 2,2% το 2020 (σ.σ. αντί για 2,3% προηγούμενης πρόβλεψης) αναμένει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η αιτία της επιβράδυνσης, αλλά και της εκτίμησης για "χαμηλές πτήσεις" είναι κυρίως η υπο-χρηματοδότηση των Δημοσίων Επενδύσεων, αναφέρεται στις Εαρινές Οικονομικές Προβλέψεις της Κομισιόν που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.
Στο κεφάλαιο για την Ελλάδα η Επιτροπή τοποθετείται για το αφορολόγητο. Κάνει σαφές ότι οι προβλέψεις της "λαμβάνουν υπόψη την ανακοίνωση να μην εφαρμοσθεί η φορολογική μεταρρύθμιση του 2020 (σ.σ. μείωση αφορολόγητου), η οποία θα συζητηθεί περαιτέρω στο πλαίσιο της Ενισχυμένης Εποπτείας". Ουσιαστικά η Επιτροπή (εν αντιθέσει με την τακτική του 2018 όταν δεν είχε ενσωματώσει τη μη μείωση των συντάξεων) προχωρά στην "προεξόφληση" του μέτρου στο βασικό της σενάριο.
Προβλέπει μάλιστα ότι το πρωτογενές πλεόνασμα (σε όρους Eurostat/ESA) το 2020 με αυτή την κίνηση θα είναι 3,6% του ΑΕΠ, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για πλεόνασμα στο 4% του ΑΕΠ (Φθινοπωρινές εκτιμήσεις). Για φέτος προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 4% του ΑΕΠ (αντί για 4,1% προηγούμενης πρόβλεψης).
Για το υπερπλεόνασμα του 2018 αναφέρει ότι στηρίχθηκε και στην υπερσυγκράτηση δαπανών. Εξηγεί ότι η Ελλάδα αναμένεται να επιτύχει τους συμφωνημένους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2019 και το 2020 με μοχλό το παραγωγικό κενό, τα έσοδα από τις συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις, τη συγκράτηση των δαπανών υγείας.
Βλέπει και περιθώριο για υψηλότερα πλεονάσματα αν βελτιωθεί η συλλογή εσόδων και υπάρξει πρόοδος στην εκκαθάριση των αιτήσεων συνταξιοδότησης αλλά και πιθανούς ανοδικούς κινδύνους.
Σημειώνεται ότι η κυβέρνηση προβλέπει στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που έστειλε στις Βρυξέλλες πρωτογενές πλεόνασμα σε όρους μνημονίου στο 3,9% του ΑΕΠ το 2020 και σε όρους Eurostat/ESA στο 4% του ΑΕΠ. Τοποθετεί επίσης τον ρυθμό ανάπτυξης στο 2,3% φέτος και το 2020.
Κίνδυνοι λόγω δικαστικών αποφάσεων
Η Επιτροπή αναφέρει ότι υπάρχουν "σημαντικοί κίνδυνοι" επιδείνωσης των δημοσιονομικών της επιδόσεων. Βασικός κίνδυνος είναι "οι συνεχιζόμενες δικαστικές υποθέσεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μερική αντιστροφή προηγούμενων μεταρρυθμίσεων και να προκαλέσουν δημοσιονομικές υποχρεώσεις".
Επίσης η Επιτροπή εκτιμά ότι θα μπορούσαν να προκύψουν "πρόσθετες πιέσεις από πολιτικές πρωτοβουλίες που αφορούν στο δημόσιο μισθολογικό κόστος".
Σε αυτό το σημείο κάνει σαφές ότι το πλεόνασμα του 2019 προϋποθέτει ότι το αχρησιμοποίητο μέρος του αποθεματικού, το οποίο αφορά σε αναδρομικά του 2018 (σ.σ. 650 εκατ. ευρώ που ταμειακά έχουν προβλεφθεί στο 2019 αλλά εθνικολογιστικά ανήκουν στο 2018), θα παραμείνει αχρησιμοποίητο (σχετικές διαβεβαιώσεις έχει δώσει και το ΥΠΟΙΚ).
Επίσης η πρόβλεψη εξαρτάται από την υπόθεση εργασίας ότι τα ανώτατα όρια του προϋπολογισμού θα χρησιμοποιηθούν πλήρως (δηλαδή ότι δεν θα υπάρξει και πάλι υπερσυγκράτηση δαπανών).
Η Επιτροπή εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας αναμένεται να μειωθεί στο 168,9% του ΑΕΠ έως το 2020, λόγω της ανάπτυξης και των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων.
Λιτότητα στις επενδύσεις
"Η οικονομία ενισχύεται, αλλά οι επενδύσεις παραμένουν αδύναμες" επισημαίνει η Επιτροπή. Η ανάκαμψη του 2018 στηρίζεται κυρίως στις εξαγωγές, αναφέρει.
"Ωστόσο, οι επενδύσεις αποτέλεσαν ένα μεγάλο 'βαρίδι', εν μέρει λόγω της μεγάλης υποαπορρόφησης του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων". Η υποαπορρόφηση του ΠΔΕ "είχε επίσης ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση της δημόσιας κατανάλωσης και επομένως του ΑΕΠ". Μάλιστα εξηγεί ότι το ΑΕΠ στηρίχθηκε σε μεγάλη άνοδο των αποθεμάτων, αλλά "το στοιχείο αυτό παραμένει ευαίσθητο στις τακτικές στατιστικές αναθεωρήσεις"...
Το 2019, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να διαμορφωθεί στο 2,2%, εκτιμά η Επιτροπή. Αναμένεται ότι η επιβράδυνση του εξωτερικού περιβάλλοντος θα έχει αρνητικό αλλά περιορισμένο αντίκτυπο στις εξαγωγικές επιδόσεις της Ελλάδας. Και τούτο λόγω της χαμηλής εισοδηματικής ελαστικότητας ζήτησης για τα κυριότερα εξαγωγικά προϊόντα της χώρας, Παραμένει όμως "βαρίδι" η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία όμως τονώθηκε "μέσω της πρόσφατης αύξησης του κατώτατου μισθού".
Με την υπόθεση ότι θα υπάρξει πλήρης εκτέλεση του ΠΔΕ και του προϋπολογισμού φέτος, οι επενδύσεις θα στηρίξουν την ανάπτυξη, ενώ η αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων θα παραμείνει υποτονική. Επιπλέον αναμένεται και ενίσχυση των εισαγωγών με πρόσθετες πιέσεις στην ανάπτυξη.
Πιέσεις από κατώτατο το 2020 στις επενδύσεις
Το 2020 προβλέπεται ότι θα υπάρξει ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων, αν και το αυξημένο κόστος εργασίας θα συμπιέσει το περιθώριο κέρδους ορισμένων επιχειρήσεων, περιορίζοντας έτσι την δυνατότητά τους να επενδύσουν χωρίς πρόσθετη εξωτερική χρηματοδότηση. Αναμένεται ότι η αύξηση του κόστους εργασίας αναμένεται να προκαλέσει απώλεια ανταγωνιστικότητας, αλλά η Ελλάδα αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνει τα μερίδια της στην παγκόσμια αγορά.
Στην αγορά εργασίας αναμένεται επιβράδυνση λόγω της πρόσφατης αύξησης του καταστατικού ελάχιστου μισθού. Η απασχόληση αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,5% το 2019 και κατά 1,3% το 2020, μειώνοντας το ποσοστό ανεργίας στο 16,8% έως το 2020.
Παρά τις χαμηλότερες τιμές πετρελαίου, ο πληθωρισμός προβλέπεται να παραμείνει στο 0,8% το 2019 και το 2020 (εναρμονισμένος δείκτης τιμών). Η αύξηση στον κατώτατο αναμένεται να επιδράσει οριακά τον πληθωρισμό.
Κίνδυνοι και φέτος λόγω ΠΔΕ – επιβράδυνσης στην ΕΕ
Η Επιτροπή εκτιμά ότι υπάρχουν περιθώρια για ταχύτερη ανάπτυξη (π.χ. για βελτίωση του τραπεζικού δανεισμού, για παροχή μεγαλύτερης στήριξης σε ιδιωτικές επενδύσεις). Ωστόσο εκτιμά ότι κυριαρχούν οι πιθανότητες για καθοδικές πιέσεις.
Οι κίνδυνοι σχετίζονται κυρίως με την επαναλαμβανόμενη υποεκτέλεση του ΠΔΕ και με την πιθανότητα να υπάρξει επιβράδυνση στις οικονομίες των εμπορικών εταίρων της Ελλάδας κάτι που "θα μπορούσε να έχουν μεγαλύτερες επιπτώσεις στις εξαγωγές".
Πηγή: capital.gr
Leave a comment