Της Νένας Μαλλιάρα
Την τελευταία θέση μεταξύ των χωρών-ουραγών της ΕΕ – 28, κατέχει η Ελλάδα (μαζί με τη Ρουμανία) στον ρυθμό ψηφιοποίησης της Οικονομίας. Ωστόσο, η ταχύτερη μετάβαση της χώρας στην ψηφιακή εποχή θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλό και διατηρήσιμο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης μεσομακροπρόθεσμα, όπως διαπιστώνει η Τράπεζα της Ελλάδος.
Ιδιαίτερα η ανάπτυξη του κλάδου της χρηματοοικονομικής τεχνολογίας (FinTech) μπορεί να συνεισφέρει ποικιλοτρόπως, μετασχηματίζοντας τον τραπεζικό τομέα με νέες ολοκληρωμένες πελατοκεντρικές υπηρεσίες, οι οποίες βελτιώνουν τη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, δημιουργώντας έναν εναλλακτικό μηχανισμό χρηματοδότησης μέσα από διαδικτυακές πλατφόρμες χρηματοδότησης από το πλήθος (crowdfunding), μικροχρηματοδότησης (microfinance) και δανεισμού μεταξύ ιδιωτών (P2P lending).
Όπως αναφέρεται στην Έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ για το 2018, ο ρυθμός ψηφιοποίησης για την Ελλάδα, όπως μετριέται από τον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (Digital Economy and Society Index – DESI), παρέμεινε αργός μεταξύ 2015 και 2018 σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η ΤτΕ εκτιμά ότι αξιοποιώντας το ανθρώπινο κεφάλαιο που διαθέτει, η Ελλάδα μπορεί να καλύψει την απόσταση που τη χωρίζει από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και να αποκομίσει πολλαπλά οφέλη από την ψηφιακή τεχνολογία, όπως: α) βελτίωση της συνολικής παραγωγικότητας μέσω της γνώσης, β) άνοδο της ανταγωνιστικότητας, αφού η διαφάνεια και η ταχύτητα στη λήψη αποφάσεων μειώνουν το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων, και γ) ενίσχυση της εξωστρέφειας με αλλαγή της σύνθεσης του συγκριτικού πλεονεκτήματος προς όφελος των καινοτόμων προϊόντων. Τελικό αποτέλεσμα είναι η επίτευξη υψηλού και διατηρήσιμου ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης μεσομακροπρόθεσμα.
Ωστόσο, η μετάβαση στον αυτοματισμό και την τεχνητή νοημοσύνη δημιουργεί και σημαντικές προκλήσεις, που σχετίζονται με αλλαγές στην αγορά εργασίας και τη σύνθεση της απασχόλησης, με έμφαση: α) στην υψηλή ζήτηση όχι μόνο εξειδικευμένων ψηφιακών δεξιοτήτων (digital skills), αλλά και κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων όπως είναι η επικοινωνία, η ομαδικότητα και η ενσυναίσθηση (soft skills), β) στην εκτίμηση της αξίας της διά βίου εκπαίδευσης και γ) στην αναγκαιότητα κοινωνικής μέριμνας για τους χαμηλής εξειδίκευσης και αμοιβής εργαζομένους.
Κινητήριος μοχλός της 4ης βιομηχανικής επανάστασης είναι οι Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ).
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 2015 η προστιθέμενη αξία των ΤΠΕ ανήλθε σε 581 δισ. ευρώ και αντιστοιχούσε σε 3,9% της συνολικής προστιθέμενης αξίας της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), ενώ οι ΤΠΕ είχαν μερίδιο 2,5% στη συνολική απασχόληση και 15,7% στη συνολική επιχειρηματική δαπάνη για Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D).
inRead Advertisement by VIDADS since 2011
Οι ΤΠΕ στις ψηφιακά ώριμες οικονομίες δημιουργούν πάνω από το 1/5 του παγκόσμιου ΑΕΠ και εκτιμάται ότι μέχρι το τέλος του αιώνα η συμβολή τους θα έχει φθάσει στο 1/4 του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Αν και το οικονομικό αποτύπωμα των ΤΠΕ στην ΕΕ-28 είναι ορατό, ο ψηφιακός μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας παραμένει αργός, με αποτέλεσμα η χώρα να είναι ψηφιακά ανώριμη, όπως προκύπτει από τη θέση της στη διεθνή κατάταξη με βάση τους σχετικούς δείκτες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 2015 η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα στην ΕΕ-28 που κατέγραψε αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής όσον αφορά την προστιθέμενη αξία του τομέα των ΤΠΕ, την απασχόληση, τον αριθμό των ερευνητών, επιστημόνων και ειδικών που απασχολούνται στον τομέα αυτόν, καθώς και την επιχειρηματική και δημόσια δαπάνη για R&D (έρευνα και ανάπτυξη).
Παράλληλα, σύμφωνα με τον Πίνακα Ψηφιακού Μετασχηματισμού, η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο όσον αφορά τις νεοφυείς επιχειρήσεις στον τομέα των ΤΠΕ. Με βάση τον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI) που συνδυάζει ποσοτικά στοιχεία και ποιοτικές πληροφορίες σε πέντε τομείς, η Ελλάδα για το 2018 συγκαταλέγεται προτελευταία στην ΕΕ-28. Σε όλους σχεδόν τους τομείς υστερεί σημαντικά σε σχέση με το μέσο όρο των χωρών της ομάδας των 9 (Βουλγαρία, Κροατία, Ρουμανία, Κύπρος, Σλοβακία, Ελλάδα, Πολωνία, Ιταλία, Ουγγαρία) με τις χειρότερες επιδόσεις.
Αναλυτικότερα:
(i) κατατάσσεται 3η από το τέλος στις ψηφιακές επιδόσεις του ανθρώπινου δυναμικού της, αφού 7 στους 10 πολίτες ηλικίας 16-74 ετών είναι τακτικοί χρήστες του διαδικτύου (ευρωπαϊκός μέσος όρος: σχεδόν 9 στους 10), ενώ περισσότεροι από 3 στους 10 δεν έχουν χρησιμοποιήσει το διαδίκτυο.
(ii) Αν και οι ελληνικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούν εκτενώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα παραμένουν τα ποσοστά χρήσης "υπολογιστικού νέφους” (cloud computing) και ηλεκτρονικής τιμολόγησης καθώς και ο κύκλος εργασιών ηλεκτρονικού εμπορίου.
(iii) H επίδοση της χώρας στον τομέα των ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών παραμένει εξαιρετικά χαμηλή,
(iv) όπως χαμηλή παραμένει και η επίδοση του Δείκτη Ψηφιακής Ωριμότητας (Accenture Digital Density Index), που μετρά την ευρεία και σε βάθος υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών από την αγορά, τις επιχειρήσεις, τους παραγωγικούς συντελεστές και την κοινωνία.
Οι επιδόσεις των δύο τελευταίων δεικτών είναι ιδιαίτερα κρίσιμες: η ψηφιακή καθυστέρηση της δημόσιας διοίκησης αποθαρρύνει τις ιδιωτικές επενδύσεις, ενώ ταυτόχρονα ο χαμηλός ψηφιακός αλφαβητισμός συνεπάγεται αδυναμία υποστήριξης της ψηφιακής στρατηγικής των επιχειρήσεων.
Όπως τονίζει η ΤτΕ, δεδομένων των πολύ χαμηλών επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας, είναι άκρως σημαντικό να αποτραπεί ο κίνδυνος ψηφιακής περιθωριοποίησης της Ελλάδος και μάλιστα στη συγκεκριμένη μακροοικονομική συγκυρία. Ως εκ τούτου, κρίνονται απαραίτητες παρεμβάσεις πολιτικής σε πέντε κρίσιμους τομείς (εκπαίδευση, χρηματοδότηση, δημόσια διοίκηση, φορολόγηση και κανονιστικό πλαίσιο – ασφάλεια).
Πηγή: capital.gr
Leave a comment